Τα Μουσεία από την Αναγέννηση έως σήμερα

Σε προηγούμενο άρθρο είχε γίνει λόγος για το συλλέγειν στους αρχαίους χρόνους, καθώς η ανάγκη του ανθρώπου να συλλέγει αντικείμενα του παρελθόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια του μουσείου. Στο παρόν κείμενο, θα προσπαθήσουμε να δούμε συνοπτικά ποιά ήταν η πορεία που ακολούθησε η συλλεκτική δραστηριότητα από την Αναγέννηση έως τις μέρες μας, όπου έχουμε πλέον το μουσείο, όπως το γνωρίζουμε.
Το μουσείο, όπως το αντιλαμβανόμαστε σήμερα, είναι δημιούργημα της νεωτερικότητας, της οποίας τα χαρακτηριστικά μπορούμε να εντοπίσουμε ήδη στην Αναγέννηση. Πρόκειται για τις αριστοκρατικές συλλογές της Ευρώπης του 16ου και του 17ου αιώνα. Ωστόσο, αν θελήσουμε να πρωτοανιχνεύσουμε τα χαρακτηριστικά του νεωτερικού μουσείου στις συλλογές αντικειμένων χωρίς ιδιαίτερο σύστημα και ταξινόμηση, θα έπρεπε να "ταξιδέψουμε" στις αυλές των αρχόντων και στις εκκλησίες της Μεσαιωνικής Ευρώπης. Η σύνθεση και ο τρόπος οργάνωσης των συγκεκριμένων "πρωτο-μουσείων" (όρος από Walsh, 1992, 22), αντιστοιχούν σε μια πρώιμη διαμόρφωση αντικειμενικής κατανόησης του γνωστού κόσμου. Αυτοί που επέλεγαν το περιεχόμενο των συλλογών και είχαν, παράλληλα, αποκλειστικό προνόμιο πρόσβασης σε αυτές, ήταν η άρχουσα και η εμπορική τάξη.

Η επίδραση του Ουμανισμού στις συλλογές του 14ου αιώνα είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν αυτές οι συλλογές πιο συστηματικές. Η συλλογή αντικειμένων επικεντρώνεται κυρίως σε εικόνες και θρησκευτικά αντικείμενα. Παράλληλα, εκτίθενται και λάφυρα πολέμου, τα οποία έχουν συγκεντρώσει οι Σταυροφόροι και καταλήγουν σε ιδιωτικές συλλογές πριγκίπων και ευγενών.
Τον επόμενο αιώνα, αφιερώθηκαν ειδικοί χώροι για την φύλαξή τους και ο ρόλος τους συγκεκριμενοποιήθηκε και προσανατολίστηκε στη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια των ιδιοκτητών τους. Ο όρος "μουσείο" χρησιμοποιήθηκε την εν λόγω χρονική περίοδο για να περιγράψει περισσότερο τη συλλογή του Λαυρέντιου των Μεδίκων.
Αυτή την περίοδο, και ακόμη περισσότερο τον 16ο και 17ο αιώνα, βασικά κριτήρια επιλογής των αντικειμένων που θα συμπεριλαμβάνονταν στις συλλογές ήταν η σπανιότητα και η μοναδικότητά τους. Αυτές οι οργανωμένες συλλογές ονομάστηκαν "cabinets des curiosités"/ "cabinets of curiosities". Πρόκειται για προθήκες αξιοπερίεργων αντικειμένων της τέχνης και της φύσης, που είναι προσβάσιμες και κατανοητές αποκλειστικά από εκείνους που έχουν την ανάλογη κλίση, παιδεία, χρόνο ώστε να καταφέρουν να αποκρυπτογραφήσουν τη σχέση κάθε μεμονωμένου αντικειμένου με τα υπόλοιπα της συλλογής, αλλά και με το σύνολο των υλικών σωμάτων του τότε γνωστού κόσμου. Αυτές οι προθήκες βρίσκονταν συνήθως στον χώρο υποδοχής ή στην προσωπική βιβλιοθήκη των ευγενών. Κάποια από τα αντικείμενα που συμπεριλάμβαναν ήταν τα εξής: νομίσματα, μουσικά όργανα, εικόνες, γλυπτά, αποξηραμένα φυτά, ταριχευμένα ζώα, εργαλεία αλλά και αντικείμενα από μακρινές χώρες, π.χ. Αφρική, Ασία, τα οποία θεωρούνταν εξωτικά.

Με τον εμπλουτισμό των ιδιωτικών συλλογών με ό,τι καινοφανές προσφέρουν οι ανακαλύψεις των θαλασσοπόρων και η επιστημονική πρόοδος του 15ου και 16ου αιώνα, κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά των αντικειμένων από τις προθήκες σε ολόκληρες αίθουσες. Σε κάποιες περιπτώσεις, παράλληλα με την προθήκη αξιοπερίεργων αντικειμένων υπάρχει χωριστή αίθουσα για την galleria, μια μακρόστενη αίθουσα με μια σειρά παραθύρων στο πλάι, η οποία φιλοξενεί πίνακες, γλυπτά και έργα τέχνης. Πρόσβαση σε αυτές τις αίθουσες τέχνης είχαν λίγοι επίλεκτοι προσκεκλημένοι του μονάρχη ή αριστοκράτη ιδιοκτήτη και πολύ σπάνια ήταν ανοιχτές στο κοινό.
Από τα τέλη του 17ου και κυρίως το 18ο και 19ο αιώνα, παρατηρείται η ίδρυση των πρώτων, ανοιχτών στο κοινό, μουσείων. Δηλαδή, περνάμε από τις ιδιωτικές συλλογές στο δημόσιο μουσείο, το οποίο στεγάζεται σε χωριστό κτήριο. Ήδη από το 17ο αιώνα, οι ιδέες του Bacon και του Descartes για τη συγκρότηση της γνώσης και η αλματώδης ανάπτυξη των φυσικών επιστημών, επιφέρουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης των συλλογών.
Τα πρώτα δημόσια μουσεία είναι στενά συνδεδεμένα με τα πανεπιστήμια της εποχής, όπως είναι το Ashmolean Museum του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης (έτος ίδρυσης 1683). Η ανάπτυξη του Διαφωτισμού, επομένως, και οι ριζοσπαστικές αλλαγές στην επιστημονική σκέψη δίνουν έμφαση στην εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων στη μελέτη και ταξινόμηση των συλλογών. Οι συλλογές απομακρύνονται από το κλίμα του "αξιοπερίεργου" και αποκτούν αξία ως υλικό για τη μελέτη των φυσικών φαινομένων.
Μετά τα μέσα του 18ου αιώνα, η έννοια του έθνους έρχεται στο προσκήνιο από την αστική τάξη και για πρώτη φορά το 1765 στην Encyclopédie διατυπώνεται η ανάγκη για την ίδρυση ενός εθνικού μουσείου. Με τη Γαλλική Επανάσταση προετοιμάζεται ιδεολογικά το έδαφος και πρακτικά παρέχεται η δυνατότητα να ανοίξουν τα μουσεία τις πύλες τους στο ευρύ κοινό. Τα πρώτα μεγάλα μουσεία που ιδρύθηκαν με τη φιλοσοφία να απευθύνονται στο ευρύτερο κοινό ήταν το Βρετανικό Μουσείο και το Μουσείο του Λούβρου. Στα τέλη του 18ου και 19ου αιώνα, ορισμένες βασιλικές οικογένειες θέλησαν να ανοίξουν τις συλλογές τους στο ευρύ κοινό, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία γνωστών ευρωπαϊκών μουσείων. Χαρακτηριστικό των αρχών του 19ου αιώνα ήταν η συνειδητοποίηση του ρόλου του μουσείου ως θεματοφύλακα των εθνικών παραδόσεων και της εθνικής ταυτότητας.

Όσον αφορά στον 20ο αιώνα, παρατηρείται η ανάπτυξη νέων τύπων μουσείων και η αλλαγή της φιλοσοφίας του μουσείου. Πλέον, δίνεται έμφαση στη διατήρηση και προβολή των καταλοίπων του πιο πρόσφατου παρελθόντος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία των λαογραφικών μουσείων. Στον 20ο αιώνα, γεννιέται επίσης το ενδιαφέρον για τη διατήρηση των προβιομηχανικών εργαλείων και μηχανών αλλά και ολόκληρων προβιομηχανικών κοινοτήτων. Μια άλλη τάση είναι η διατήρηση ιστορικών οικισμών ή συνόλων in situ.
Στον 21ο αιώνα, οι εξελίξεις δε σταματούν στο χώρο των μουσείων. Εμφανίζονται μουσεία επιστημών και πολλαπλασιάζονται τα μουσεία φυσικής ιστορίας. Ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς στην εξέλιξη του θεσμού είναι η προσπάθεια οργανικής σύνδεσης του μουσείου με την κοινωνία. Και φυσικά, η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών που εντοπίζεται σε διάφορους τομείς, π.χ. δημιουργία online συλλογών, συμπληρωματικό υλικό στις εκθέσεις, κ.ο.κ. Το μουσείο είναι ένας θεσμός σε διαρκή κίνηση.
Σοφία Καρούνη
Αρχαιολόγος - Μουσειολόγος
Υπ. Διδάκτωρ Μουσειολογίας
Βιβλιογραφία:
Γκαζή, Α., 1999. "Από τις Μούσες στο μουσείο: η ιστορία ενός θεσμού δια μέσου των αιώνων", Αρχαιολογία και Τέχνες, 70 (Μάρτιος 1999)α, 39-46
Οικονόμου, Μ., 2003. Μουσείο: Αποθήκη ή Ζωντανός Οργανισμός;, Κριτική, Αθήνα
Χουρμουζιάδη, Α., 2006. Το Ελληνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο εκθέτης - το έκθεμα - ο επισκέπτης, Εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη