Δύο ελληνικά μουσεία υποψήφια για το βραβείο «Ευρωπαϊκό Μουσείο της Χρονιάς (2018)»
Ο θεσμός European Museum of the Year Award (EMYA) θεσπίστηκε το 1977, από τον Kenneth Hudson και τον Richard Hoggart υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με στόχο την αναγνώριση των καλύτερων πρακτικών στον ευρωπαϊκό μουσειακό τομέα και την ενθάρρυνση καινοτόμων διαδικασιών στο χώρο των μουσείων.
Φέτος, για τη διεκδίκηση αυτής της διάκρισης είναι υποψήφια
δύο ελληνικά μουσεία: το Αρχαιολογικό
Μουσείο Θηβών και το Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών διαθέτει μια μεγάλη συλλογή και σε αυτό παρουσιάζεται διαχρονικά ο πολιτισμός, η καθημερινή ζωή, η πολιτική και κοινωνική εξέλιξη στη Βοιωτία. Η έκθεση διαρθρώνεται σε 18 ενότητες, από τις οποίες οι 11 ακολουθούν χρονολογική σειρά από την Παλαιολιθική περίοδο έως το τέλος της Οθωμανικής περιόδου. Επιπλέον, σε εξειδικευμένες ενότητες παρουσιάζεται η ιστορία του Αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών και των πρώτων αρχαιολογικών ερευνών στην περιοχή, οι μύθοι που σχετίζονται με τη Βοιωτία και η πνευματική ακτινοβολία της Βοιωτίας από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή.

Πρόκειται για μια έκθεση που έχει σχεδιαστεί ώστε να είναι προσβάσιμη από επισκέπτες με κινητικές δυσκολίες ή προβλήματα όρασης και να καλύπτει τις επιθυμίες ενός πολυδιάστατου κοινού με διαφορετικές απαιτήσεις. Ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να περιηγηθεί στη μακραίωνη ιστορία της Βοιωτίας μέσα από χαρακτηριστικά ευρήματα, ψηφιακές εφαρμογές, εποπτικό υλικό, αναπαραστάσεις αλλά και τα ίδια τα μνημεία, όπως ο πύργος και τα αρχιτεκτονήματα στα θεμέλια του κτιρίου.
Το Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας εγκαινιάστηκε το 2015 και είναι κτισμένο στο λόφο «Μεζούρλο». Τα εκθέματα που παρουσιάζονται σε αυτό (περίπου 2000 αντικείμενα), προέρχονται από ανασκαφές που διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια του 20ου αι. μέχρι σήμερα στους νομούς Λάρισας, Τρικάλων και Καρδίτσας, από παραδόσεις και δωρεές αντικειμένων καθώς και από επαναπατρισμό αρχαιοτήτων.

Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του φορέα: «Ως
αποστολή του Μουσείου προσδιορίζεται η επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης των
κατοίκων με το παρελθόν και τα κατάλοιπά του και η ευαισθητοποίησή τους για την
προστασία τους, μέσα από τη θεμελίωση μιας δυναμικής σχέσης με τις έννοιες
αρχαιολογία, κληρονομιά, υλικός πολιτισμός και πολιτισμική διαχείριση. Η σχέση
αυτή θα βασίζεται στις μόνιμες υποδομές του Μουσείου και θα ενισχύεται περαιτέρω
από τις περιοδικές δράσεις του.»