Όπως σημειώνεται στην σχετική
ανακοίνωση: «Τα ταφικά κτίρια περιείχαν κυρίως δευτερογενείς ταφές (ανακομιδές)
με λίγες εξαιρέσεις πρωτογενών, ενώ οι λάκκοι (Πρωτομινωικοί ΙΙ (2600-2300
π.Χ.) και Μεσομινωικοί ΙΑ (2100-2000 π.Χ.) κυρίως πρωτογενείς ταφές. Οι
ανασκαφές των δύο τελευταίων ετών αύξησαν κατά πολύ τον αριθμό των πρωτογενών
ταφών. Ο κιβωτιόσχημος τάφος περιείχε δύο δευτερογενείς ταφές παιδιών κάτω των
10 ετών, και δύο χρυσά βραχιόλια από λεπτά ελάσματα χρυσού. Εξαιρετικής
σημασίας ευρήματα είναι λάκκος της Μεσομινωικής Ια (2100-2000 π.Χ.) ο οποίος
περιείχε δύο πλουσιότατες ταφές, πρωτογενή ανδρική, κτερισμένη με χάλκινο
εγχειρίδιο το πρώτο όπλο του νεκροταφείου του Πετρά, και δευτερογενή γυναικεία
συνοδευόμενη από μεγάλο αριθμό χρυσών χανδρών εξαιρετικής τέχνης, καθώς και
χάνδρες από ασήμι, ορεία κρύσταλλο, καρνελίνη και ίασπι. Ανάλογα πλούσια ήταν
και πρωτογενής ταφή της Πρωτομινωικής ΙΙ (2600-2300 π.Χ.) επίσης κτερισμένη με
δεκάδες χρυσές χάνδρες με εξαιρετική εμπίεστη διακόσμηση σπειρών, καθώς και
εκατοντάδες επίσης χρυσές αλλά και ασημένιες χάνδρες διαμ. 1 χιλιοστού, προφανώς
επιρραμένες σε ένδυμα».
Το σκελετικό υλικό που βρέθηκε στο
νεκροταφείο του Πετρά, τόσο των πρωτογενών όσο και των δευτερογενών ταφών,
είναι πλούσιο σε ποσότητα και εξαιρετικά καλής διατήρησης. Η ανασκαφή του από
ειδικευμένες οστεοαρχαιολόγους, υπό τη διεύθυνση της καθηγήτριας Σέβης
Τριανταφύλλου του ΑΠΘ, προσφέρει μοναδική ευκαιρία κατανόησης της
Προ- και Παλαιοανακτορικής Κρήτης, τόσον για τις ταφικές πρακτικές, όσον και
για την κοινωνική οργάνωση γενικότερα.
Όλοι οι τάφοι περιέχουν εξαιρετικής
ποιότητας κτερίσματα, κεραμική, λίθινα αγγεία (ήδη περισσότερα από 120),
σφραγίδες από ελεφαντόδοντο και ημιπολύτιμους λίθους (ήδη 65). Και η ανακοίνωση
συνεχίζει: «Εξαιρετικής σημασίας εύρημα του 2018 ως προς την αρχιτεκτονική
είναι ότι εντοπίσθηκε η ύπαρξη πολλών αλλεπάλληλων ταφικών κτιρίων, σε
στρωματογραφική αλληλουχία. Η ανασκαφή των αρχαιότερων ξεκίνησε και σε μερικές
περιπτώσεις ολοκληρώθηκε φέτος. Διαπιστώθηκε ότι σε καμία περίπτωση τα
πρωϊμότερα ταφικά κτίρια δεν έχουν θιγεί από το κτίσιμο των νεώτερων.
Οι ταφικές επιχώσεις ήταν σε
όλες τις περιπτώσεις καλοδιατηρημένες και πλουσιότατες, περιλαμβανομένων
εξαιρετικά μεγάλου αριθμού περίτεχνων κοσμημάτων από χρυσό, ασήμι, φαγεντιανή,
ελεφαντόδοντο, καρνελίνη, ίασπι, ορεία κρύσταλλο και άλλους ημιπολύτιμους
λίθους. Αρκετές ταφές, τόσον προανακτορικές, όσον και παλαιοανακτορικές,
συνδέονταν με περισσότερες από 200 χάνδρες, οι μεγαλύτερες των οποίων ανήκαν σε
περιδέραια, ενώ οι μικρότερες φαίνεται πως ήταν επιρραμένες σε ενδύματα.
Μερικές από τις χάνδρες, με μορφές ανθρώπων Αρκετές ή ζώων, αποτελούν
αριστουργήματα της μινωικής μικρογλυπτικής, ενώ άλλες δείχνουν έντονες σχέσεις
με την Ανατολική Μεσόγειο. Η μελέτη των κοσμημάτων του νεκροταφείου του Πετρά
ανοίγει αναμφίβολα νέους δρόμους για την κατανόηση της μινωικής μικρογλυπτικής,
αλλά και των επιρροών που δέχθηκε από περιοχές τόσον εντός του υπόλοιπου
Αιγαίου, όσον και από την Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Πετράς διέθετε
μεγάλο λιμάνι και υπήρξε η πύλη εισόδου στην ανατολική Κρήτη για την Προ- και
την Παλαιο-ανακτορική περίοδο πρώτων υλών, αντικειμένων και ιδεών από τη Συρία
και την Αίγυπτο κυρίως. Στην ΥΜ ΙΙΙΑ (14ος αιώνας π.Χ.) περίοδο, μετά την καταστροφή του
ανακτόρου του Πετρά παρατηρήθηκε οικοδομική δραστηριότητα στο νεκροταφείο, η
οποία σχετίζεται με απόδοση τιμής προς τους προγόνους. Η δραστηριότητα αυτή
διήρκεσε μέχρι τον 12ο αιώνα π.Χ.. Από τα στρώματα της ΥΜ ΙΙΙ
προέκυψε φέτος χάλκινο κάτοπτρο εξαιρετικής διατήρησης».
Στην ανασκαφή του
νεκροταφείου συμμετείχαν και θα συμμετέχουν το 2018 και το 2019 μεταπτυχιακοί
και διδακτορικοί φοιτητές από τα Πανεπιστήμια Αθηνών, Κρήτης, Θεσσαλονίκης,
Καλαμάτας, Μαδρίτης, Χάρβαρντ, Rhodes και Τορόντο, οι
καθηγητές David Rupp, Miriam Clinton και Σέβη
Τριανταφύλλου, καθώς και η Δρ Μαρία Ρελάκη και εννέα εργάτες από τη
Σητεία. Η ομάδα μελέτης περιλαμβάνει συνολικά 26 αρχαιολόγους από την Ευρώπη,
τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Η χρηματοδότηση της ανασκαφής, της στερέωσης της
αρχιτεκτονικής, της συντήρησης των ευρημάτων και της μελέτης προέρχεται
αποκλειστικά από το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας των ΗΠΑ (INSTAP).
www.culture.gr